Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2019


«και βγάζω το καπέλο μου» του Μάκη Τσίτα


Μία χειμωνιάτικη ημέρα με λιακάδα ο ήρωας της ιστορίας ξυπνώντας αποφασίζει να πάει μια μακρινή βόλτα, βάζει το καπέλο, τα μαύρα του γυαλιά και βγαίνει έξω. Όταν φτάνει στο πάρκο, του δίνεται η ευκαιρία να πλησιάσει την παρέα των μικρών παιδιών που αναζητούσαν ένα τέταρτο άτομο για παίξουν το «Λύκε, λύκε». Εκείνος αμέσως προθυμοποιείται να παίξει μαζί τους. Τα παιδιά είναι ανυποψίαστα για τις συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης αφού δεν γνωρίζουν τις πραγματικές διαθέσεις του αγνώστου, τους κίνδυνους που ελλοχεύουν. Όταν αποκαλύπτεται το πραγματικό του πρόσωπο, εκείνα τρέχουν να σωθούν. Με τη σωστή επέμβαση ενός φύλακα συλλαμβάνεται ο λύκος και όλοι ζουν πλέον χαρούμενοι. Κάτι που δεν κρατά για πάντα καθώς μια άλλη μέρα εμφανίζεται ένας άλλος λύκος, βρίσκει το καπέλο, τα γυαλιά ηλίου του προηγούμενου και περιμένει τα θύματα του.
Πρόκειται για ένα παραμύθι που θέτει ως επίκεντρο τους κινδύνους που περιβάλλουν τα παιδιά στην σύγχρονη κοινωνία. Ακόμη επισημαίνει την αναγκαιότητα της ύπαρξης ατόμων (όπως ο φύλακας στο παραμύθι) για την αντιμετώπιση του δόλου εναντίον των παιδιών. Παράλληλα, στην αγριότητα που αποτυπώνεται στο πρόσωπο του λύκου καθρεπτίζεται αλληγορικά οποιαδήποτε περιθωριακή και βίαια ενέργεια. Ο τίτλος «και βγάζω το καπέλο μου» χρησιμοποιείται ως ένα σύμβολο μεταμφίεσης, καθώς το καπέλο με το οποίο ο λύκος μεταμφιέζεται είναι μέσο για να ξεγελάσει τα παιδιά.

Παβ, ο φαλτσος τζιτζικας και η περιπέτεια με τα τυφλά μυρμήγκια

Ο Παβ, ο φάλτσος τζίτζικας, έχει κάθε στοιχείο που χαρακτηρίζει ένα έντομο του είδους του. Είναι ανέμελος, αισιόδοξος, φυγόπονος και, γενικότερα, τη νοοτροπία του μπορεί να συνοψίσει η φράση «χωρίς κόπο». Ένα μονάχα πράγμα τον διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους τζίτζικες: είναι φάλτσος. Παρά τις προσπάθειες που καταβάλλει μόνος του να μάθει να τραγουδάει, κάθε συναυλία του λήγει με ένα εξαγριωμένο κοινό και εκείνον απογοητευμένο, μα ακόμα πιο πεισμωμένο να τα καταφέρει. Η αποφασιστικότητά του θα τον οδηγήσει ως την Αφρική, μακριά από όλους τους δικούς του και ανάμεσα σε άγρια και άγνωστα ζώα, που δεν το έχουν σε τίποτα να κατασπαράξουν ένα μικρό τζιτζίκι.
Το βιβλίο του Φώτη Δούση κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μικρή Σελήνη και απευθύνεται σε παιδιά και μεγάλους. Ο συγγραφέας βρίσκεται εδώ για να μας θυμίσει ότι, καμιά φορά, το θάρρος, η ψυχική δύναμη, η προσαρμοστικότητα, η εφευρετικότητα και η πίστη στον εαυτό μας, μπορούν να γίνουν η κινητήρια δύναμη που χρειαζόμαστε για να πετύχουμε τους στόχους μας σε έναν κόσμο γεμάτο κινδύνους. Ακόμα κι αν είμαστε μύγες τσε-τσε που θέλουν να συντρίψουν τα σαρκοφάγα φυτά, λύκοι που θέλουν να γλιτώσουν από μία ομάδα κυνηγών, μέλισσες που ερωτεύονται λουλούδια, ζώα μιας ζούγκλας που θέλουν να ξεφύγουν από μια ορδή τυφλών και σαρκοβόρων μυρμηγκιών ή φάλτσα τζιτζίκια που αναζητούν το διαβατήριό τους για τον κόσμο της καλλιφωνίας.
Τα βάσανα του Τεό και της Λέας εξώφυλλο

λόκληρη η σειρά περιστρέφεται γύρω από τις καθημερινές δυσκολίες δύο δίδυμων αδερφών, της Λέας και του Τεό. Τα συναισθήματά τους, όπως η ζήλια ή ο θυμός, δημιουργούν καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, αναδεικνύοντας περιπέτειες της καθημερινότητας που λίγο-πολύ όλοι γνωρίζουμε. Σε αυτές έρχονται να προστεθούν ως χαρακτήρες και τα κλασικά «διαβολάκι» και «αγγελάκι» που παροτρύνουν τους μικρούς ήρωες προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Στο τέλος του κάθε κόμικ εμφανίζεται ο Δόκτωρ Μιζό, προκειμένου να εξηγήσει καλύτερα στα παιδιά τα συναισθήματά τους αλλά και να δώσει λύσεις.
Στο «Θα θυμώνω όσο θέλω!» ο Τεό θυμώνει αρχικά με την αδερφή του και ύστερα με τη μητέρα του, αντιδρώντας υπερβολικά. Οι σκέψεις του για το αν αυτό που κάνει είναι σωστό παρουσιάζονται μέσα από τις «συμβουλές» που του δίνουν το «αγγελάκι» και το «διαβολάκι». Στο τέλος ο Δόκτωρ Μιζό εξηγεί πώς πρέπει να αντιδρούμε όταν κάτι δεν μας ευχαριστεί.
Στο «Βαριέμαι, δεν ξέρω τι να κάνω» η Λέα περνά μια πολύ βαρετή μέρα, καθώς δεν πήγε στο κέντρο ψυχαγωγίας και δεν έχει τίποτα να κάνει για να περάσει η ώρα της. Έτσι περιφέρεται και απαξιώνει κάθε πιθανή ασχολία περιμένοντας να γυρίσει ο αδερφός της για να περάσουν χρόνο μαζί. Ο Δόκτωρ Μιζό της εξηγεί πως πολλές φορές είναι πολύ καλό και, τελικά, εποικοδομητικό να βαριόμαστε!
Ο Τεό ζηλεύει πολύ την αδερφή του στο «Είμαι ζηλιαρόγατος», επειδή πιστεύει πως είναι περισσότερο αγαπητή ή παίρνει καλύτερα δώρα. Έτσι θυμώνει και αντιδρά με αποτέλεσμα να νιώθει και ο ίδιος άσχημα. Τελικά, και με τις συμβουλές του Δόκτορα Μιζό, καταλαβαίνει πως δεν υπάρχει λόγος να ζηλεύουμε εφόσον ο καθένας είναι μοναδικός.
Επειδή η Λέα ντρέπεται να μιλήσει στους άλλους και να εκτεθεί, καταλήγει συχνά αδικημένη ή χωρίς παρέα, στο «Είμαι λίγο ντροπαλή». Μέσα όμως από τη φιλία και, φυσικά, τις συμβουλές του Δόκτορα Μιζό υπερνικά το αίσθημα της ντροπής και μαθαίνει να αποδέχεται και να αντιμετωπίζει αυτό της το χαρακτηριστικό.

«Ο γλάρος», «Θείος Βάνιας», «Πρόταση γάμου», «Η αρκούδα»

«Ο γλάρος», το τετράπρακτο έργο του Άντον Τσέχωφ, είναι ένα έργο που σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα, παραβιάζει τις θεατρικές και παραδοσιακές συμβάσεις της εποχής του. Συνδυάζοντας στοιχεία κωμικά και στοιχεία δράματος, δημιουργεί χαρακτήρες που προσπαθούν να διαχειριστούν το ταλέντο τους, τις φιλοδοξίες τους, τα κρυφά τους πάθη, την αποτυχία με μοναδικό μέσο την ελπίδα που παραμένει ζωντανή ως την λύση.
Στο έργο δεν υπάρχει κάποιο κεντρικό πρόσωπο αλλά ένα σύνολο προσώπων που διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής. Μεταξύ των οποίων είναι η Ειρήνα Αρκάντινα, επιτυχημένη και δημοφιλής ηθοποιός, ο Τρέπλιεφ, νέος συγγραφέας που αναζητά νέες μορφές δημιουργίας, ο οποίος είναι ερωτευμένος με τη Νίνα, μια φιλόδοξη νεαρή ηθοποιός και κόρη κτηματία που ερωτεύεται και ακολουθεί τον Τριγκόριν, έναν συγγραφέα που συζεί με την Αρκάντινα. Έπειτα από δύο χρόνια, η επιδείνωση της υγείας του Σόριν, αδερφού της Αρκάντινα, θα αποτελέσει αφορμή για να ξανασυναντηθούν ο Τρέπλιεφ και η Νίνα.
Η φθορά της καθημερινότητας ως κεντρικό θέμα κυριαρχεί και στο έργο του «Θείος Βάνιας». Πρόκειται ένα θεατρικό έργο που το χαρακτηρίζουν σκηνές από την ρωσική επαρχία όπου ζουν ο συνταξιούχος καθηγητής Σερεμπριακώφ και η εικοσιπεντάχρονη σύζυγός του μαζί με την κόρη του από τον πρώτο του γάμο, τον γιατρό Αστρώφ και την πεθερά του. Οι ήρωες έρχονται αντιμέτωποι με την παρακμή των ανθρώπινων σχέσεων, ανεκπλήρωτους έρωτες και κοινωνικά αδιέξοδα.
«Άρμστρονγκ» του Τόρμπεν Κούλμαν
Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι ένα περίεργο ποντίκι με το όνομα «Άρμστρονγκ» που συνηθίζει να παρατηρεί από το τηλεσκόπιο τα αστέρια, παρομοιάζοντας το φεγγάρι με μια μεγάλη πέτρα. Παρά τις άκαρπες προσπάθειες του να δείξει στα υπόλοιπα ποντίκια όσα έχει ανακαλύψει, αποφασίζει να πραγματοποιήσει το μακρινό και περιπετειώδες ταξίδι προς το φεγγάρι. Κάτι που μέχρι τότε δεν το είχε επιτύχει κανείς. Για αυτό μελετά τους νόμους της φυσικής, των μαθηματικών, της αστρονομίας. Φτιάχνει την δική του στολή αστροναύτη, προσπαθεί να βρει τρόπο να πετάξει και μέσο για να φτάσει στην σελήνη. Γενικότερα, αντιμετωπίζει εμπόδια και δυσκολίες όμοιες με εκείνες που βρίσκεται αντιμέτωπος κάθε νέος ερευνητής που προσπαθεί να ανακαλύψει κάτι περισσότερο για τον κόσμο και το Διάστημα.
το αγόρι που δάμασε τον άνεμο εξώφυλλο
Η αφήγηση ξεκινά με την περιγραφή του Γουίμπε, ενός μικρού χωριού του Μαλάουι, και των ανθρώπων που κατοικούν εκεί. Άνθρωποι που μοχθούν στα κτήματά τους για την επιβίωση, κάπως απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο και υποταγμένοι στις τοπικές δεισιδαιμονίες και τη μαγεία. Ο William περιγράφει τη ζωή της οικογένειάς του, με τις καθημερινές ασχολίες, τις συνήθειές τους αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. Η –σχεδόν- παντελής έλλειψη της τεχνολογίας και της εξειδικευμένης γνώσης οδηγεί τους κατοίκους σε αυτοσχέδιες πρακτικές και τα παιδιά σε ευφάνταστα παιχνίδια με οτιδήποτε βρίσκεται στη διάθεσή τους. Τα πράγματα δυσκολεύουν ιδιαίτερα όταν η έλλειψη τροφής στη χώρα θα έρθει να προστεθεί στη δύσκολη καθημερινότητά τους. Όλοι οι άνθρωποι στο Μαλάουι έρχονται πλέον αντιμέτωποι με την ίδια την επιβίωσή τους. Η τροφή, αν υπάρχει, περιορίζεται σε ένα γεύμα την ημέρα και ουρές για τη διανομή ελάχιστων εφοδίων κάνουν την εμφάνισή τους.Η οικογένεια του William δεν ξεφεύγει από τον γενικό κανόνα. Μέσα σε όλα αυτά το αγόρι αδυνατεί να συνεχίσει πλέον το σχολείο κι έτσι περνά τον ελεύθερο χρόνο του στην τοπική βιβλιοθήκη. Εκεί θα γνωρίσει καλύτερα την επιστήμη και ορισμένα επιτεύγματά της που ήταν άγνωστα στον τόπο του. Μέσα από τη μελέτη αποφασίζει, λοιπόν, να φτιάξει μια ανεμογεννήτρια ώστε να βοηθήσει την οικογένειά του. Με αυτοσχέδια υλικά και αντιμετωπίζοντας την απαξίωση από το περιβάλλον του, καταφέρνει τελικά να την κατασκευάσει και να τη θέσει σε λειτουργία. Σταδιακά το επίτευγμά του έγινε γνωστό σε όλον τον κόσμο και ο William ταξίδεψε σε διάφορα μέρη συμμετέχοντας σε επιστημονικά συνέδρια και δίνοντας συνεντεύξεις. Μετά από πολλές περιπέτειες το μικρό αγόρι από το Μαλάουι πέτυχε το όνειρό του τραβώντας ταυτόχρονα τα μάτια του κόσμου στην πατρίδα του.
Η λίμνη των κύκνων εξώφυλλο

Η αφήγηση ξεκινά με τον πρίγκιπα Ζίγκφριντ και την επικείμενη ενηλικίωσή του. Με αφορμή αυτό, η μητέρα του τού ανακοινώνει πως θα οργανώσει έναν μεγάλο χορό προκειμένου ο Ζίγκφριντ να βρει την γυναίκα που θέλει να παντρευτεί. Όμως την ημέρα πριν από την γιορτή, το πριγκιπόπουλο θα γνωρίσει τυχαία την Οντέντ, μια δυστυχισμένη πριγκίπισσα. Όπως η ίδια του αφηγείται, ένας σκοτεινός μάγος είχε μεταμορφώσει εκείνη και τις φίλες της σε κύκνους, έτσι ώστε μόνο το βράδυ μπορούσαν να έχουν την ανθρώπινη μορφή τους. Το μόνο που θα μπορούσε να διαλύσει τα μάγια ήταν η προσφορά της αληθινής και αιώνιας αγάπης. Αφού ο πρίγκιπας της υπόσχεται αυτό ακριβώς, την πείθει να παρουσιαστεί στον χορό ως μέλλουσα γυναίκα του.
Όμως ο κακός μάγος Ρότμπαρντ είχε διαφορετικά σχέδια και με έναν δόλο προσπάθησε να ξεγελάσει τον Ζίγκφριντ ώστε να παντρευτεί την κόρη του. Όταν ο νεαρός πρίγκιπας κατάλαβε την δολοπλοκία έτρεξε στην αποκαρδιωμένη Οντέντ για να της ζητήσει συγχώρεση. Έρχεται έτσι σε σύγκρουση με τον σκοτεινό μάγο, από την οποία ο Ζίγκφριντ βγαίνει νικητής και ελευθερώνει την Οντέντ και τις φίλες της από τα μάγια.
«Ο πόλεμος που έσωσε τη ζωή μου» της Bradley Brubaker Kimberly
Η Έιντα ζει απομονωμένη και κλεισμένη στο σπίτι της στο Λονδίνο και τις περισσότερες ώρες τις περνά φροντίζοντας τον μικρό της αδερφό, Τζίμι. Όταν ο αδερφός της έφτασε στην ηλικία που έπρεπε να πάει σχολείο και έκανε φίλους με τους οποίους έπαιζε έξω, η μικρή Έιντα παρέμενε μπροστά από το παράθυρο του σπιτιού, σημείο οριοθέτησης από τον έξω κόσμο, τους παρατηρούσε και πάλευε με την έντονη επιθυμία της να συμμετέχει και εκείνη στο παιχνίδι.
Πραγματοποιώντας τον δικό της αγώνα για την διεκδίκηση της ανεξαρτησίας της αποφασίζει να γνωρίσει τη ζωή έξω από τους τέσσερις τοίχους που βρισκόταν εγκλωβισμένη τόσα χρόνια. Έχοντας στο πλευρό της τον αδερφό της. Μια διαδρομή που αναμφίβολα εμπεριείχε αρκετά εμπόδια αλλά τους οδήγησε να δεχτούν τη στοργή της Σούζαν Σμιθ. Η οποία τους φιλοξένησε στο σπίτι της που βρισκόταν στην βρετανική επαρχία. Η Σούζαν Σμιθ μπορεί να χαρακτηριστεί από την αρχική της αμηχανία καθώς δεν γνώριζε μέχρι τότε τις ανάγκες που απαιτεί η ανατροφή ενός παιδιού, στην συνέχεια όμως η αμηχανία έδωσε την θέση της στην τρυφερή αφοσίωση της προς την Έιντα και τον Τζίμι.
ο καρυοθραύστης εξώφυλλο
Τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων στο σπίτι της Κλάρας γίνεται ένα γιορτινό τραπέζι με πολλούς φίλους. Ανάμεσά τους βρίσκεται ο μάγος και παιχνιδοποιός νονός της, ο οποίος της χαρίζει μια άσχημη κούκλα- Καρυοθραύστη. Η Κλάρα είναι τόσο χαρούμενη με τον Καρυοθραύστη που αποφασίζει, όταν φεύγουν όλοι, να κοιμηθεί δίπλα στο χριστουγεννιάτικο δέντρο μαζί του. Καθώς αποκοιμιέται, ένα μαγικό όνειρο αρχίζει να ξετυλίγεται με τη βοήθεια του νονού της. Η Κλάρα με συντροφιά τον Καρυοθραύστη θα αντιμετωπίσει μια στρατιά ποντικών, θα δει την κούκλα να μετατρέπεται σε πρίγκιπα και θα κάνει μαζί του ένα ταξίδι στη χώρα των Ζαχαρωτών.
Αφού περνούν από τα χιονισμένα δάση της Βασίλισσας του Χιονιού, φτάνουν στον προορισμό τους όπου θα συναντήσουν την νεράιδα Ζαχαρένια. Εκείνη θα ετοιμάσει προς τιμήν της Κλάρας έναν χορό στον οποίο εμφανίζονται χορευτές από κάθε γωνιά του κόσμου. Φλαμένγκο από την Ισπανία, αέρινοι χοροί από την Αραβία και πολύχρωμες φορεσιές από την Κίνα, θα μεταφέρουν σε αυτά τα μακρινά μέρη τη μικρή πρωταγωνίστρια. Τέλος, μετά τον χορό της ίδιας της νεράιδας και καθώς όλοι πλέον χορεύουν, το όνειρο σβήνει και η Κλάρα ξυπνά με την κούκλα- Καρυοθραύστη δίπλα της.
Το σχολείο πάει σχολείο, από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος
Πρόκειται για το 1ο Δημοτικό σχολείο,  ένα νεόκτιστο σχολείο φρεσκοβαμμένο και καθαρό. Το σχολείο πάει σχολείο λοιπόν και βιώνει όλα τα συναισθήματα που νιώθουν οι μαθητές την πρώτη μέρα της σχολικής χρονιάς. Το σχολείο αρχικά, πιάνει κουβέντα με τον επιστάτη που το καθαρίζει για να ΄ναι έτοιμο για την έναρξη των μαθημάτων  και σιγά σιγά συνειδητοποιεί πως τα πράγματα θα αλλάξουν μιας και θα γεμίσει δασκάλους και μαθητές. Από τις πρώτες ήδη ώρες της νέας σχολικής χρονιάς  το σχολείο αισθάνεται όμορφα και αγαπά τα παιδιά με τις φωνές τους, τα γέλια και τα κλάματα.
Με αυτό το βιβλίο οι μικροί αναγνώστες θα μάθουν να σέβονται και να αγαπούν το σχολείο τους και να το φροντίζουν, αφού τους φιλοξενεί καθημερινά και για αρκετές ώρες.
Το κουτί του Σιλάν από τις εκδόσεις Ίκαρος
Το βιβλίο πραγματεύεται με ρεαλιστικό και συνάμα προσιτό τρόπο ένα θέμα επίκαιρο για την ελληνική πραγματικότητα, αλλά και διαχρονικό, γνωρίζοντας το στους μικρούς αναγνώστες.  Έννοιες ίσως ανοίκειες για το μέσο ελληνόπουλο, όπως συσσίτιο και κέντρο φιλοξενίας θα αποκτήσουν υπόσταση. Πέρα όμως από αυτά, το συγκεκριμένο βιβλίο καλλιεργεί και την ενσυναίσθηση συμβάλλοντας στην συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.Ο Σιλάν έρχεται στην Ελλάδα αφήνοντας πίσω του μια αφιλόξενη, λόγω των συνθηκών που επικρατούν, πατρίδα. Κάθε πρωί, φεύγει από το Κέντρο φιλοξενίας, όπου μένει και πηγαίνει στο σχολείο, χωρίς ωστόσο να αφήσει στιγμή από τα χέρια του το κουτί του. Εκεί περνά ευχάριστα τις ώρες του, παίζοντας, ζωγραφίζοντας και κάνοντας νέες φιλίες. Σε κανένα όμωςς δεν αποκαλύπτει το μυστικό περιεχόμενο του κουτιού του. Το τέλος της ιστορίας συμπίπτει με την αποκάλυψη του μυστικού του Σιλάν και αναμένεται να γεμίσει με συγκίνηση, αλλά και χαρά τους αναγνώστες.
ο μαγικός αυλός Κάρμεν Ρουγγέρη

Το βιβλίο «Ο μαγικός αυλός της Κάρμεν Ρουγγέρη» ξεκινά με έναν αταίριαστο έρωτα, μια παράξενη αγάπη ανάμεσα στον βασιλιά της ημέρας και την βασίλισσα της νύχτας.  Το πάντρεμα αυτό όμως, δεν έμελλε  να κρατήσει για πολύ καθώς οι δύο τους ήταν πλασμένοι από τελείως διαφορετικά «υλικά». Εκείνος από αλήθεια και καλοσύνη, ενώ εκείνη από ψέμα και μίσος. Εκείνος ήθελε να βασιλεύει με το φως, ενώ εκείνη με το σκοτάδι. Οι αντιθέσεις τους οδήγησαν στο χωρισμό και η αγάπη τους έγινε μίσος.  Λίγους μήνες αργότερα η βασίλισσα έφερε στον κόσμο τον καρπό του έρωτα τους, ένα κοριτσάκι, την πανέμορφη Παμίνα από την οποία έκρυψε την ταυτότητα του πατέρα της. Ο βασιλιάς της ημέρας πικράθηκε και θέλησε με κάθε τρόπο να την πάρει κοντά του. Την έκλεψε λοιπόν και την έκλεισε σ ’ένα πύργο ώστε μεγαλώνοντας η κόρη του να μην πάρει χαρακτηριστικά από την προσωπικότητα της μητέρας της. Αυτό ήταν μια κίνηση που εξόργισε την βασίλισσα της νύχτας. Έβαλε σκοπό της να πάρει πίσω την Παμίνα και βρήκε σύμμαχους στο πρόσωπο του όμορφου πρίγκιπα Ταμίνο, αλλά και του χαριτωμένου και σκανδαλιάρη Παπαγκένο…
ένα αμπέλι όλο μέλι Μυρσίνη Βιγγοπούλου
Τις ωραιότερες εποχές του χρόνου, την άνοιξη και το καλοκαίρι επέλεξε η συγγραφέας Μυρσίνη Βιγγοπούλου να παρουσιάσει με απαράμιλλη έμπνευση. Η φύση λάμπει κυριολεκτικά και την ονειρική αυτή εικόνα συνθέτουν ζώα,  λουλούδια και δέντρα. Η πλάση ξεχειλίζει από ζωντάνια και λάμψη και κάθε ζωντανός οργανισμός πάνω της βρίσκεται στην καλύτερη στιγμή του και το απολαμβάνει. Ο ζωοδότης ήλιος δίνει ενέργεια στα καταπράσινα φύλλα της κληματαριάς που είναι έτοιμα να υποδεχτούν με στοργή και δίχως αντάλλαγμα όποιο πλάσμα αναζητήσει την αγκαλιά της .
Ο δικός μου μπαμπάς
Κάθε παιδί έχει την δική του ξεχωριστή σχέση με τον μπαμπά του, είτε είναι αγόρι είτε είναι κορίτσι. Και φυσικά αυτή η σχέση είναι μοναδική για το καθένα από αυτά. Έτσι και η μικρή ηρωίδα που έχει σκιαγραφήσει ο Μάκης Τσίτας, θεωρεί ότι ο δικός της μπαμπάς είναι ο καλύτερος όλων. Έρχεται αντιμέτωπος με ένα σωρό κινδύνους και βγαίνει πάντοτε αλώβητος, ξέρει να διασκεδάζει και να παίζει, διηγείται τις πιο απίθανες ιστορίες και θυμώνει σπάνια, τόσο σπάνια που η μικρή ηρωίδα καταλαβαίνει πότε έχει άδικο.
Ο μάστορας των λουλουδιών
Ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, ο μάστορας των λουλουδιών,  ο μικρός Άρης, αγαπά τα λουλούδια , μαθαίνει τα μυστικά της φροντίδας των λουλουδιών από τους δικούς του και καλεί τους μικρούς του φίλους, που θα διαβάσουν την ιστορία του, να γνωρίσουν αυτόν τον κόσμο και γιατί όχι,  να μοιραστούν μαζί του αυτή την αγάπη.Ο μάστορας των λουλουδιών λοιπόν, ο Άρης, δεν βλέπει την ώρα να σχολάσει για να αποδράσει το Σαββατοκύριακο στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς στο χωριό. Εκεί θα ‘χει την ευκαιρία να ασχοληθεί με την κηπουρική. Βοηθός του σε αυτή την νέα του ασχολία είναι ο παππούς του, ο οποίος του έχει φτιάξει ήδη ένα σετ με τα βασικά εργαλεία – σύνεργα κάθε σωστού κηπουρού: το φτυάρι, το ποτιστήρι, το σκαλιστήρι, την τσουγκράνα, τα γάντια και μια φόρμα. Με την συνδρομή της γιαγιάς και του παππού, ο Άρης μαθαίνει τα βήματα που πρέπει να ακολουθεί ένας καλός κηπουρός…να καθαρίζει προσεχτικά και να σκαλίζει το χώμα, να φτιάχνει το δικό του λίπασμα και τέλος να δημιουργεί το σπορείο του. Ο παππούς του μάλιστα του επιφυλάσσει και μια ευχάριστη έκπληξη,  να φυτέψει στον κήπο τους λαχανικά για να κάνει την πρώτη του παραγωγή. Η επαφή του μικρού Άρη με τον φυτικό κόσμο τον γεμίζει ενθουσιασμό, αλλά και ανυπομονησία να δει τα αποτελέσματα των εργασιών του και να αρχίσει νέες περιπέτειες στον κήπο.
Το νησί του παππού
Ο Σιντ επισκέπτεται συχνά τον Παππού του για να περάσουν μαζί την μέρα τους. Όμως εκείνη η ημέρα ήταν ξεχωριστή. Ο Παππούς καλεί τον Σιντ στην σοφίτα του σπιτιού, όπου δεν έχει ξαναπατήσει ποτέ, και μαζί κάνουν ένα ταξίδι σ’ ένα τροπικό νησί. Εκεί, ο Παππούς νιώθει απελευθερωμένος, δεν χρειάζεται καν το μπαστούνι του για να περπατήσει. Οι δυο τους περνάνε θαυμάσια. Όμως ο Σιντ ξέρει ότι κάποια στιγμή όλο αυτό θα τελειώσει. Ο Παππούς αποφασίζει να μείνει στο νησί, για πάντα! Και ο Σιντ πρέπει να κάνει μόνος του το ταξίδι της επιστροφής. Την επόμενη φορά που θα πάει στο σπίτι του Παππού δεν θα βρίσκεται κανείς εκεί για να τον υποδεχτεί. Όμως «Ο Σιντ αγαπάει τον Παππού. Ο Παππούς αγαπάει τον Σιντ. Και αυτό δεν θ’ αλλάξει ποτέ».
Με ένα παραμύθι γραμμένο σαν ποίημα με ομοιοκατάληκτα στιχάκια, η συγγραφέας μας αφηγείται μια ιστορία – προσομοίωση της κοινωνίας. Μελετά και παρουσιάζει την αποξένωση και τη μοναξιά των ανθρώπων, αλλά και τη δύναμη της φιλίας να τις νικήσει. Διαβάζοντας κανείς το συγκεκριμένο βιβλίο, μπορεί αμέσως να αντιληφθεί πως δεν πρόκειται για μια επιφανειακή ιστορία. Είναι ένα παραμύθι διαφορετικό, όχι από εκείνα που διαβάζουμε στα παιδιά πριν πάνε για ύπνο.
Πίσω από τις χαριτωμένες ομοιοκαταληξίες και τα παιχνιδιάρικα στιχάκια κρύβεται η προσπάθεια της συγγραφέως να ευαισθητοποιήσει τα παιδιά. Κύριος προβληματισμός της, το θέμα της αποδοχής και της συναισθηματικής αλληλεγγύης. Καταρρίπτοντας το στερεότυπο της εξίσωσης του μεγέθους με τη δύναμη, παρουσιάζει έναν μεγαλόσωμο δεινόσαυρο, που κυριεύεται από φόβο και θλίψη, να παίρνει κουράγιο από ένα μικροσκοπικό κρεμμυδάκι.
Σε ένα παιχνίδι λοιπόν, μεγεθών, χρωμάτων και χαρακτήρων, η συγγραφέας σκιαγραφεί με λεπτότητα τους πρωταγωνιστές του παραμυθιού της. Το βιβλίο «Όταν ένα δεινοσαυράκι συνάντησε ένα κρεμμυδάκι» μιλάει για ανθρώπους, όχι αποκυήματα της φαντασίας. Μιλάει για τα παιδιά που κάθονται μόνα στο διάλειμμα και δεν παίζουν, δεν μιλούν, δεν συναναστρέφονται με τα υπόλοιπα. Με ένα χωρίς μέτρο ποίημα και μια εικονογράφηση που απεικονίζει ακριβώς αυτά που «μιλούν» οι στίχοι, το φως πέφτει όχι μόνο σε εκείνους που ταυτίζονται με τους χαρακτήρες, αλλά και σε εκείνους που θέλουν πράγματι να βοηθήσουν.
Δυο χαρακτήρες διαφορετικοί συναντιούνται έχοντας κοινό παρονομαστή το φόβο. Ένας δεινόσαυρος κι ένα κρεμμύδι μπερδεύονται μεταφορικά, αλλά και κυριολεκτικά, σε μια ιστορία ιδιαίτερα διδακτική για τα παιδιά και όχι μόνο. Ένα «καλοσμιλεμένο» δίδαγμα για τη φιλία και την αποδοχή.
Το Μπλε Παλτό της Ηρώς Παπαδοπούλου
Η Αναστασία επιθυμεί να αποκτήσει ένα υπέροχο, μπλε παλτό, ένα παλτό, που συναντάει κάθε μέρα σε μια βιτρίνα, καθώς πηγαίνει στη δουλειά της. Είναι όμως τόσο ακριβό, που δεν τολμά ούτε να το ονειρευτεί. Κι όμως μια μέρα το όνειρό μας φαίνεται πως θα γίνει πραγματικότητα. Και τότε όλα ανατρέπονται… Η παιδαγωγός και συγγραφέας Ηρώ Παπαδοπούλου αφηγείται στα παιδιά μια ιστορία γεμάτη συγκίνηση και ζεστασιά, μια ιστορία που θα μείνει αξέχαστη! Η Αναστασία κάθε μέρα, επιστρέφοντας από τη δουλειά της, βλέπει σε μια βιτρίνα καταστήματος ένα πολύ όμορφο, μα και πολύ ακριβό, μπλέ παλτό. Ένα μεσημέρι, μάλιστα, μπαίνει στο μαγαζί να το δοκιμάσει. Στην πολυκατοικία απέναντι από το κατάστημα, μένει ένα μικρό χαρωπό κοριτσάκι. Το κοριτσάκι το έλεγαν Άννα και ήταν αυτό που, από το παράθυρο του σπιτιού του, αρχίζει να μιλάει στην Αναστασία.
Η γυναίκα και το κορίτσι γνωρίστηκαν και οι μικρές στιγμές που πέρναγαν μαζί όσο η Αναστασία περίμενε το λεωφορείο για να γυρίσει σπίτι της, τις έφεραν πολύ κοντά. Η Αναστασία είχε γνωρίσει τους γονείς της Άννας και μίλαγε συχνά στον άντρα της για τη μικρή της φίλη, μα και για το μπλε παλτό που συνεχίζει να επιθυμεί!
Τα Χριστούγεννα φτάνουν και η Αναστασία αποχαιρετά προσωρινά την Άννα, αφού θα έπαιρνε άδεια και θα επισκεπτόταν το χωριό της. Μια δυσάρεστη έκπληξη την περίμενε όταν γύρισε και πήγε να δει την Άννα, έχοντας μαζί της μια φάτνη για να δωρίσει στη μικρή και αρκετά χρήματα ώστε να αγοράσει επιτέλους το πολυπόθητο παλτό. Η δυσχερής οικονομική κατάσταση ανάγκαζε την οικογένεια της Άννας να φύγει από το σπίτι, αφού το νοίκι είχε μείνει καιρό απλήρωτο.
Τότε είναι η στιγμή της Αναστασίας να αναλάβει δράση και να ζυγίσει τις επιλογές της. Πρόκειται για μια στιγμή στην οποία ο άνθρωπος πρέπει να θέσει τις προτεραιότητές του και να αποφασίσει τι έχει πραγματική σημασία, τα υλικά αγαθά ή το καλό αυτών για τους οποίους νοιάζεται;
Μόνο αν το πιστέψεις
ο παραμύθι ξεκινάει από μια κοινωνική κρίση και συνεχίζει με μια προσωρινή ηρεμία. Η γαλήνη όμως λειτουργεί απλώς μεταβατικά για την οικογενειακή αυτή τη φορά κρίση και…Ε, δεν μπορούμε να αποκαλύψουμε και το τέλος. Αναφορικά λοιπόν με τα δύο αρχικά σκέλη (κρίση-κρίση), το πρώτο χαρακτηρίζεται από κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Η Χώρα της Υπομονής είναι μια χώρα όπου κυβερνά ο φόβος και η φορολογία είναι στα ύψη. Άραγε μας θυμίζει κάτι αυτό; Το δεύτερο σκέλος από την άλλη είναι περισσότερο ηθικό. Η Ροδάνθη, αν και παιδί, μπαίνει στη θέση ενός ενήλικα και πρέπει να πάρει αποφάσεις από τις οποίες θα κριθεί όχι μόνο το μέλλον της χώρας, αλλά και το δικό της.
Μια ακόμα ανατροπή των συμβάσεων των παραμυθιών είναι και ο χαρακτήρας της μάγισσας Χαρχάλας. Η μάγισσα κάνει ορισμένες «κακιές» πράξεις. Ωστόσο δεν είναι η «κακιά» της υπόθεσης. Εξ αρχής ο αναγνώστης καταλαβαίνει τα κίνητρά της και σχεδόν συμπάσχει.  Στο «Μόνο αν το πιστέψεις» λοιπόν, η φύση του ανθρώπου είναι αμφιλεγόμενη και τα όρια ανάμεσα στο καλό και στο κακό ρευστά. Σε κάθε περίπτωση «κακό» είναι ο φόβος που δεν έχει καν ανθρώπινη μορφή. Είναι απλώς ένας άνεμος.
Μπαλού Γκαλού Νταλού της Έρης Ρίτσου
Τρεις καλοί φίλοι, λίγο τεμπελούληδες, διασκεδάζουν τρώγοντας και χαλαρώνοντας στο νερό. Φυσικά, τρώγοντας γίνονται πιο παχουλοί και χαλαρώνοντας δεν έχουν όρεξη να κάνουν τίποτε άλλο. Έτσι αρνούνται να κουνηθούν ακόμα και για να παίξουν, μέχρι που ξεμένουν από φίλους και αυτό δεν τους αρέσει. Αποφασίζουν λοιπόν να ζήσουν την περιπέτεια! Παχουλοί και αγύμναστοι καθώς είναι θα τα βρουν σκούρα. Η περιπέτεια θα τελειώσει άδοξα, αλλά θα τους κάνει ν’ αλλάξουν βιολί και ν’ αφήσουν κατά μέρος το μασούλημα και την τεμπελιά;
Η ζωή των Μπαλού Γκαλού Νταλού, ενός παιχνιδιάρη ελέφαντα, ενός κλαψιάρη ιπποπόταμου κι ενός γκρινιάρη ρινόκερου, κύλαγε αμέριμνα και τεμπέλικα. Παρά τις προτροπές των μαμάδων τους και των προσκλήσεων των φίλων τους, οι τρεις δεμένοι φίλοι αρνούνταν πεισματικά να παίξουν και να γίνουν δραστήριοι. Αντίθετα, αυτό που ευχαριστούσε τα τρία ζωάκια ήταν να κάθονται, να τρώνε και να δροσίζονται στο ποτάμι.
Όταν, όμως, κατάλαβαν ότι κανείς πια δεν έκανε προσπάθεια να κάνει παρέα μαζί τους, αφού πάντα η απόκρισή τους για παιχνίδι ήταν αρνητική, αποφάσισαν να ζήσουν μια περιπέτεια και να κυνηγήσουν έναν χαμένο θησαυρό. Η εξερεύνησή τους τούς οδήγησε σε ένα τεράστιο δέντρο και οι τρεις φίλοι ήταν βέβαιοι ότι ο θησαυρός ήταν κρυμμένος στην κουφάλα του δέντρου, και κατά κάποιον τρόπο, είχαν δίκιο…
Το βιβλίο Μπαλού Γκαλού Νταλού απευθύνεται σε όλα τα σημερινά παιδάκια και τους θυμίζει ότι η πραγματικά ευχάριστη ζωή δεν είναι αυτή της τεμπελιάς, του καθισιού και του άφθονου ανθυγιεινού φαγητού, αλλά αυτή που περιλαμβάνει φίλους, παιχνίδι και δραστήριες ενασχολήσεις. Είναι φανερό ότι η συγγραφέας στο πρόσωπο των μικρών ζώων βλέπει τα παιδάκια που, όπως η ίδια γράφει «βλέπουν όλο τηλεόραση και τρώνε χάμπουργκερ». Για το λόγο αυτό, θέλει να παρακινήσει τους μικρούς αναγνώστες να ζήσουν μια υγιή ζωή, με γέλια και χαρά, κι όλα αυτά μέσα από ένα βιβλίο με διασκεδαστική αφήγηση και ζωντανές εικόνες.
Η μάσκα του Βασιλιά, του Χρήστου Δημόπουλου
Όταν η Αντιγόνη Δεληνοτιά, διευθύντρια του Μουσείου Μυθικών Αρχαιοτήτων, παίρνει ένα μυστηριώδες γράμμα που κρύβει έναν γρίφο, καλεί αμέσως σε βοήθεια τον παλιό της φίλο, τον καθηγητή Ήπιο Θερμοκήπιο. Κι ενώ ο γρίφος που μιλά για τη χαμένη μάσκα ενός βασιλιά φαίνεται πως λύνεται, η υπόθεση γίνεται ακόμα πιο σκοτεινή.
Ο καθηγητής, μαζί με τα αγαπημένα του εγγόνια, τον Ορέστη και την Αθηνά, μπλέκουν σε μια επικίνδυνη περιπέτεια που ξεκινά από την Ελλάδα και θα καταλήξει στην άλλη άκρη του κόσμου, στο Περού.
Κανείς τους δεν υποψιάζεται πως ένας πανούργος Σκοτσέζος, ο Ντάνκαν ΜακΝτούγκαλ, ορκισμένος εχθρός της Δεληνοτιά, παρακολουθεί το κάθε τους βήμα και τους έχει στήσει μια ύπουλη παγίδα. Τη βραδιά της πανσελήνου του Δεκεμβρίου, όλοι συναντιούνται στα ερείπια της ιερής πόλης των Ίνκα, το Μάτσου Πίτσου, όπου τους περιμένει ο μάγος Κουνάκ…
Η μάσκα του Βασιλιά τα έχει όλα. Το μυστήριο της χαμένης μάσκας, το συμπαθητικό εξερευνητή Ήπιο Θερμοκήπιο, τα έτοιμα για δράση ατίθασα εγγονάκια του, το σκοτεινό και ύποπτο κύριο ΜακΝτούγκαλ και φυσικά ένα ταξίδι στο μακρινό Περού.
Η σύζευξη του παρελθόντος με το παρόν γίνεται η αιτία για να αποκαλυφθούν νέες γνώσεις. Οι μικροί αναγνώστες μαθαίνουν για τις Μυκήνες, τον Ερρίκο Σλήμαν, καθώς και για τον αρχαίο πολιτισμό των Ίνκας και το Μάτσου Πίτσου, ενώ παράλληλα έχουν τη δυνατότητα να εμπλουτίσουν περαιτέρω το γνωστικό τους επίπεδο μέσα από το μικρό κεφάλαιο των χρήσιμων πληροφοριών, στο οποίο ο συγγραφέας επεξηγεί συνοπτικά και αποσαφηνίζει απαιτητικές έννοιες και όρους.
 Η ζωή του Πι. Το εξώφυλλο του βιβλίου
«Θα σου διηγηθώ μια ιστορία που θα σε κάνει να πιστέψεις στον Θεό».
Η ιστορία που ο ηλικιωμένος Ινδός διηγήθηκε στο συγγραφέα είναι η απίστευτη ζωή του Πι Μολιτόρ Πατέλ, που έκανε το γύρο του κόσμου και βρίσκεται μέσα σε τούτο δω το βιβλίο.
Ο Πι και η οικογένειά του ζουν στην Ινδία και διατηρούν ένα ζωολογικό κήπο. Ο νεαρός Πι έχει δύο αγάπες: τα ζώα και το διάβασμα. Διαβάζει με πάθος ό,τι έχει σχέση με τον Ινδουισμό, το Χριστιανισμό και το Ισλάμ και, προς μεγάλη έκπληξη των γονιών του, αποδέχεται και πιστεύει και τις τρεις θρησκείες. Κάποτε η οικογένεια αποφασίζει να μεταναστεύσει στον Καναδά μαζί με τα ζώα. Το πλοίο όμως ναυαγεί κι ο Πι βρίσκεται μόνος σε μια βάρκα μαζί με μια απίστευτη ομάδα: μια ζέβρα, μια ύαινα, έναν ουρακοτάγκο και μια τεράστια βασιλική τίγρη της Βεγγάλης.
Ο Πι πρέπει τώρα να συνυπάρξει με ναυαγούς που δεν μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου. Με εξυπνάδα, με απίστευτο θάρρος και ανομολόγητο φόβο, αποδέχεται τη φύση του κάθε ζώου και αναπτύσσει μια άρρηκτη σχέση κυρίως με την τίγρη. Δεν είναι τυχαίο που αυτή έχει όνομα ανθρώπου: Ρίτσαρντ Πάρκερ.
Ξεκινά λοιπόν μια ιστορία επιβίωσης. Αυτό που μου μένει από το σημείωμα της έκδοσης είναι η πάλη ανάμεσα στη ψυχή και στη σάρκα.  Ποιος άραγε θα επιβιώσει;
Ο συγγραφέας ξεκινά με έναν πρόλογο που μας προϊδεάζει για την καταγραφή ενός αληθινού γεγονότος αλλά και πως θα το διηγηθεί αυτός που το έζησε, ο Πι. Ο Πι Μολιτόρ Πατέλ, που είναι ο αφηγητής της ιστορίας αρχίζει να μας περιγράφει τη ζωή του, τα παιδικά του χρόνια. Είναι δεκαέξι χρονών, αγαπάει τα ζώα και το διάβασμα. Στην συνέχεια περιγράφει το ζωολογικό κήπο που συντηρούσε η οικογένειά του και μιλά για το μάθημα ζωής που έδωσε σε αυτόν και τον αδερφό του ο πατέρας τους όταν τους έδειξε την διαφορετικότητα του κάθε ζώου. Ένα ακόμα σημαντικό μάθημα απ’όσα τους έδωσε ο πατέρας τους είναι πως δεν πρέπει ποτέ να εμπιστευτούν οποιοδήποτε ζώο, όσο αθώο και άκακο αν τους φαίνεται.
Στη συνέχεια  βλέπουμε την παράξενη επιλογή του Πι που ακολουθεί όχι μία, αλλά τρεις θρησκείες. Τον Χριστιανισμό, τον Μουσουλμανισμό και τον Ινδουισμό για διαφορετικούς αλλά εξίσου σημαντικούς λόγους την κάθε μία, φέρνοντας στα πρόθυρα της παράκρουσης τους γονείς του αλλά και τους τρεις πνευματικούς καθοδηγητές του που πίστευαν πως δεν μπορεί να πιστεύει ο μικρός Πι σε τρία διαφορετικά δόγματα.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, ο Πι ταξιδεύει με ένα μεγάλο πλοίο για τον Καναδά μιας και ο ζωολογικός κήπος πουλήθηκε και η οικογένειά του αναζητεί κάποιο άλλο μέρος για να ξεκινήσει και πάλι από την αρχή. Μαζί τους ταξιδεύουν και τα περισσότερα από τα ζώα, που έχουν πουληθεί πια σε ζωολογικούς κήπους της Αμερικής. Μια τρομερή θαλασσοταραχή, όμως, θα βυθίσει το πλοίο και ο τυχερός Πι, θα γλιτώσει και θα βρεθεί σε μία σωσίβια λέμβο χωρίς κανέναν άλλον άνθρωπο επιζώντα, αλλά με συνταξιδιώτες του, μία ύαινα, μία ζέβρα, ένα μπαμπουίνο και τον Ρίτσαρντ Πάρκερ, τη βασιλική τίγρη της Βεγγάλης με τα φονικά ένστικτα.
Από εκείνη τη στιγμή και για 227 ημέρες, η ζωή του Πι, θα δοκιμαστεί με δεκάδες διαφορετικούς τρόπους: η πείνα του θα τον οδηγήσει να σκοτώσει, η δίψα του να μηχανευτεί τρόπους για να πιει νερό, η ανάγκη για έναν φίλο ώστε να κρατήσει τα λογικά του θα δώσει άλλες διαστάσεις στη συμβίωση του με την τίγρη.  Η συνύπαρξή τους πάνω στη βάρκα είναι δύσκολη. Δεν μπορεί να έχουν την εξουσία ταυτόχρονα και ο άνθρωπος και τα ζώα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου